Πρόσθια Ραγοειδίτιδα – Ιρίτιδα – Ιριδοκυκλίτιδα

Οι τρεις παραπάνω όροι αναφέρονται σε μια χαρακτηριστική φλεγμονή του εσωτερικού του βολβού του οφθαλμού. Φλεγμαίνει η ίριδα (το χρωματιστό τμήμα του ματιού) και οι γύρω ιστοί. Δεν είναι μόλυνση.

Ποια είναι τα αίτια; Μεταδίδεται;

Στην συντρηπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων το αίτιο δεν γίνεται γνωστό. Έχει βρεθεί ότι σχετίζεται με ιδιομορφίες του ανοσολογικού συστήματος των πασχόντων, είναι δηλαδή τοπική αυτοάνοση νόσος. Συνήθως δεν είναι λοιμώδους αιτιολογίας. Ωστόσο σπάνια έχουν ενοχοποιηθεί και διάφορα λοιμώδη αίτια. Σε κάποιες περιπτώσεις συνίσταται ανοσολογικός έλεγχος του ασθενούς, αφού μπορεί η νόσος να αποτελεί την πρώτη εκδήλωση γενικευμένης ανασολογικής διαταραχής (π.χ.αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας). ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΔΟΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ, ούτε κολλάει από το ένα μάτι στο άλλο. Δεν σχετίζεται με διατροφή.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Συνήθως εκδηλώνεται στον ένα οφθαλμό. Ωστόσο μπορεί σε επόμενο επεισόδιο να εμφανιστεί στον άλλο οφθαλμό. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι αμφοτερόπλευρη. Τυπικά προκαλεί κάποια από τα εξής:

  • «Βάρος» ή βύθιο πόνο στον οφθαλμό
  • Κεφαλαλγία
  • Ερυθρότητα γύρω από τον κερατοειδή
  • Δακρύροια
  • Φωτοφοβία
  • Θάμβος οράσεως

Πόσο διαρκεί η νόσος;

Με κατάλληλη θεραπεία (κορτιζονούχα κολλύρια) τα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν εντός λίγων ωρών ή ημερών. Ωστόσο, η διάρκεια της θεραπείας είναι μερικές εβδομάδες, αλλιώς υποτροπιάζει. Από τη στιγμή που θα εμφανιστεί, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υποτροπιάσει κάποτε στο μέλλον εντός εβδομάδων, μηνών ή και πολλών ετών.

Είναι σοβαρή πάθηση; Χρειάζεται θεραπεία;

Χωρίς άμεση θεραπεία μπορεί να προκαλέσει μόνιμες βλάβες στον οφθαλμό (καταρράκτη, γλαύκωμα, καταστροφή εσωτερικών ιστών, έως και απώλεια όρασης). Ωστόσο με κατάλληλη θεραπεία όλων των υποτροπών, ο κίνδυνος μόνιμης βλάβης είναι σχεδόν μηδενικός.

Ποια είναι η θεραπεία και πότε ενδείκνυται;

Η έναρξη της θεραπείας είναι επείγουσα! Η κύρια θεραπεία είναι κορτιζονούχα κολλύρια. Καταστέλλουν τη φλεγμονή, ώστε να μην προκαλέσει μόνιμες βλάβες στο εσωτερικό του οφθαλμού. Η δόση είναι ανά ώρα αρχικά για 1-2 εβδομάδες, με σταδιακή μείωση της δόσης εντός μερικών εβδομάδων. Επίσης μπορεί να χρειασθεί και μυδριατικό κολλύριο. Διαστέλλει την κόρη του οφθαλμού και για αυτό προκαλεί προσωρινά θόλωση της όρασης και φωτοφοβία. Έτσι όμως απομακρύνει την ίριδα από το φακό του ματιού, ώστε να μην κολλήσουν μεταξύ τους, μια επιπλοκή ιδιαίτερα ανεπιθύμητη και δύσκολα αναστρέψιμη.

Έχει παρενέργειες η θεραπεία;

Τα κορτιζονούχα κολλύρια μπορεί να προκαλέσουν αύξηση της πίεσης του οφθαλμού. Γι΄αυτό το λόγο, εάν κατά τη διάρκεια της θεραπείας βρεθεί αυξημένη πίεση, χορηγείται επιπλέον κολλύριο για τη ρύθμισή της. Επίσης ενοχοποιούνται για πρόκληση καραρράκτη σε μακροχρόνια χρήση (ετών). Οι παρενέργειες της κορτιζόνης είναι σπάνιες, και όλες πλήρως αντιμετωπίσιμες. Ωστόσο, οι βλάβες που με βεβαιότητα προκαλεί η ίδια η νόσος είναι πολύ πιο σοβαρές και άμεσες από τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες του κορτιζονούχου κολλυρίου. Αναμφισβήτητα η θεραπεία είναι απαραίτητη.

Πότε είναι αισθητή η βελτίωση;

Η δρασή των κολλυρίων είναι ταχύτατη και η βελτίωση γίνεται αισθητή εντός ωρών ή 1-2 ημερών από την έναρξη της θεραπείας. Ωστόσο, η θεραπεία είναι απαραίτητο να συνεχισθεί επί μακρόν.

Πόσο διαρκεί η θεραπεία;

Τουλάχιστον 6 εβδομάδες. Εάν διακοπεί ενωρίτερα, είναι πιθανό να συμβεί υποτροπή της νόσου. Επίσης, έχει βρεθεί ότι πρόωρη διακοπή της θεραπείας σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα υποτροπών. Πρώιμη διακοπή πιθανόν και να σχετίζεται σε ορισμένες περιπτώσεις με μετάπτωση της νόσου σε χρόνια μορφή, όπου και απαιτείται πλέον συνεχής θεραπεία για να ελεγχθεί η νόσος και να αποτραπούν μόνιμες βλάβες στον οφθαλμό.

Η φυσική της πορεία ποια είναι;

Η νόσος είναι υποτροπιάζουσα κατά κανόνα. Δεν «περνάει» με τη θεραπεία, απλώς καταστέλλεται ώστε να μην δημιουργηθούν μόνιμες βλάβες. Η συχνότητα των υποτροπών είναι άγνωστη. Μπορεί να επανεμφανισθεί μετά από ημέρες, μήνες, χρόνια, ή και ποτέ. Δεν έχουν βρεθεί παράγοντες που προδιαθέτουν σε υποτροπές. Ο ασθενής οφείλει να θυμάται πως οποτεδήποτε μετά το πρώτο επεισόδιο αισθανθεί βάρος/πόνο στο μάτι με ερυθρότητα χωρίς τσίμπλες πρέπει άμεσα να εξετάζεται και ποτέ να μην αρχίζει από μόνος του θεραπεία για «επιπεφυκίτιδα».